Κ. Θύμης: Ο π. Αλέξανδρος Περδικομάτης (1907-1945), ένας ακόμη Κερκυραίος Εθνομάρτυρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμ […]

Κοινωνία Κ. Θύμης: Ο π. Αλέξανδρος Περδικομάτης (1907-1945), ένας ακόμη Κερκυραίος Εθνομάρτυρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Κωνσταντίνος Π. Θύμης
Θεολόγος – Ιστορικός

Τα ΟΧΙ γράφουν ιστορία αλλά κοστίζουν πολύ. Βεβαίως η αξία τους είναι ανυπολόγιστη και αδιαπραγμάτευτη για τους Ήρωες που δεν συμβιβάζονται και εναντιώνονται σε κάθε είδους δουλεία.

Είναι γεγονός ότι το κόστος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είναι τεράστιο και δυσαναπλήρωτο για την ανθρωπότητα. Χάθηκαν εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές, αφανίστηκαν κειμήλια αιώνων και καταστράφηκαν δημιουργίες ανεπανάληπτες. Κόποι και μόχθοι γενεών και γενεών έγιναν στάχτες και καπνοί σε χρόνο ρεκόρ.

Μέσα σε αυτόν τον παγκόσμιο όλεθρο δεν εξαιρείται και ο δικός μας τόπος. Το νησί της Κέρκυρας και κυρίως η πόλη της που επλήγη βάναυσα προ, κατά την περίοδο της Ιταλικής Κατοχής (1941-1943) και κατά την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής (1943-1944).

Ειδικότερα στα εκατοντάδες θύματα του τόπου μας κατά την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής συμπεριλαμβάνεται και το πρόσωπο εκείνο στο οποίο αφιερώνεται το σημερινό μας επετειακό άρθρο. Αναφέρεται στον Πρεσβύτερο Αλέξανδρο Περδικομάτη (1907-1945), εφημέριο Κανακάδων. Σε έναν αγνό λευίτη με όραμα και υψηλά ιδανικά, που τίμησε την αποστολή και τα πιστεύω του. Σε ένα δικό μας ήρωα του οποίου την ιστορία συνοπτικά θα παραθέσουμε με πολύ σεβασμό και τιμή ευθύς.

Ο π. Αλέξανδρος Περδικομάτης του Δημητρίου γεννήθηκε στους Κανακάδες το 1907. Αφού εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις (03.09.1929-29.12.1930), στις 19 Απριλίου 1931 νυμφεύτηκε τη συγχωριανή του Ειρήνη Μουμούρη του Δημητρίου. Η Ειρήνη ήταν τότε 23 χρόνων. Καρπός του γάμου τους ήταν η απόκτηση πέντε παιδιών.

Ο Αλέξανδρος από μικρός συνόδευε στις εκκλησίες του χωριού του τον ιερέα παππού του. Η σχέση του αυτή τον έκανε να αγαπήσει την ιερωσύνη. Όντας απόφοιτος της Β΄ τάξεως του Σχολαρχείου χειροτονήθηκε Διάκονος στις 14 Νοεμβρίου 1936 στον ιερό ναό Υ. Θεοτόκου Λιμνιωτίσσης στην πόλη της Κέρκυρας και Πρεσβύτερος στις 28 Μαρτίου 1937 στον ιερό ναό Αγίου Νικολάου Γιαννάδων από τον Μητροπολίτη Κερκύρας και Παξών Αλέξανδρο (1930-1942). Αυθημερόν τοποθετήθηκε τακτικός εφημέριος του ιερού ναού Αγίας Αικατερίνης Κανακάδων κατόπιν εκλογής που είχε πραγματοποιηθεί στις 17 Μαΐου 1936. Άνθρωπος με λεβεντιά και σθένος, λευίτης της θυσίας και πατέρας αληθινός απέδειξε –κατά τη δοκιμασία του- με απαράμιλλο μεγαλείο την ανδρεία του και το θυσιαστικό του ήθος.

Το μαρτύριο του π. Αλεξάνδρου από τους Γερμανούς Ναζί αρχίζει στις 17 Μαρτίου 1944. Την ημέρα εκείνη ένας Γερμανός στρατιώτης καθώς περνούσε από τους Κανακάδες άκουσε πυροβολισμούς. Να σημειωθεί ότι υπήρχε σχετική απαγόρευση από τους Γερμανούς για τη χρήση όπλων. Ο Γερμανός στρατιώτης αμέσως προσπάθησε να εντοπίσει το σημείο από όπου ακούστηκαν. Πλησιάζοντας την περιοχή βρήκε τον π. Αλέξανδρο να καλλιεργεί το αμπέλι του. Τον ρώτησε να του πει, ποιος πυροβόλησε και εάν ήταν αυτός ή κάποιος άλλος. Ο π. Αλέξανδρος δήλωσε άγνοια. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κριθεί ως ύποπτος και να συλληφθεί. Σύμφωνα με τις σωζόμενες μαρτυρίες δεν ήταν εκείνος που έκανε χρήση του όπλου, αλλά άλλος. Ο π. Αλέξανδρος πρέπει να γνώριζε, αλλά η ιερατική του συνείδηση και η πατρική του αγάπη δεν του επέτρεπαν να τον μαρτυρήσει. Οι Γερμανοί τον συνέλαβαν και τον μετέφεραν αρχικά στο Φυλάκιο των Δουκάδων και από εκεί στο Σκριπερό. Παράλληλα πήγαν μετά δύο, τρεις ημέρες στο σπίτι του όπου πραγματοποίησαν έρευνα. Εκεί βρήκαν σε ένα ντουλάπι μερικές σφαίρες, όχι όμως και όπλο. Οι σφαίρες -κατά τον γιό του Δημήτριο- ανήκαν στο παππού του, στον πατέρα του π. Αλεξάνδρου, που ήταν κυνηγός. Εκεί, βέβαια, τις είχε φυλάξει ο π. Αλέξανδρος για να μην τις βρουν τα παιδιά του και συμβεί κάποιο κακό, κάποιο ατύχημα. Οι Γερμανοί με το στοιχείο αυτό έκαναν επιπλέον έρευνα στο κτήμα και στο στάβλο του, χωρίς και εκεί να βρουν κάποιο ενοχοποιητικό στοιχείο. Βρήκαν όμως ένα όπλο σε ένα γειτονικό στάβλο. Κατά την άποψη του γιού του Δημητρίου -ο οποίος τότε ήταν 6 περίπου ετών και θυμάται πολύ καλά τα γεγονότα- το όπλο αυτό δεν ανήκε στον πατέρα του. Οι Γερμανοί στη συνέχεια με το όπλο ήρθαν στην πλατεία του χωριού και ζήτησαν από τους συγχωριανούς να τους πουν σε ποιόν ανήκε. Τότε κανείς δε φανερώθηκε. Οι Γερμανοί έχοντας αυτά τα στοιχεία στοιχειοθέτησαν κατηγορία και οδήγησαν τον π. Αλέξανδρο στο Στρατοδικείο των Ιωαννίνων. Κατά τη μετάβασή του στα Γιάννενα τον κράτησαν για μερικές ημέρες στην πόλη της Κέρκυρας. Εκεί είχε την ευκαιρία να κυκλοφορήσει για λίγο ελεύθερος. Να σημειωθεί ότι από το Σκριπερό στην Κέρκυρα τον συνόδευσε ένας συγχωριανός του χωροφύλακας, ο οποίος προσπάθησε όσο μπορούσε να τον βοηθήσει. Στην πόλη συναντήθηκε με κάποια συγγενικά του πρόσωπα. Αυτά τον προέτρεψαν για να αποφύγει τις συνέπειες να δραπετεύσει, να βγάλει τα ράσα και να ξυριστεί. Ο συνεπής λευίτης αρνήθηκε. Τους δήλωνε την αθωότητά του και πίστευε ότι όλη αυτή η περιπέτεια θα έχει ένα αίσιο τέλος. Αντίθετα όμως το Γερμανικό Στρατοδικείο του απέδωσε το περιστατικό και λέγεται ότι τον καταδίκασε «εις θάνατον», αλλά με παρέμβαση του Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνος του μειώθηκε η ποινή σε πέντε (5) έτη φυλάκισης. Στα Γιάννενα κρατήθηκε ως το Μάιο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου παρέμεινε μέχρι τα τέλη Ιουλίου. Από εκεί οι δικοί του έλαβαν την τελευταία επιστολή του, στην οποία μεταξύ άλλων τους έγραφε ότι του φόρτωσαν μία πράξη που δεν του ανήκε. Από την Αθήνα τον Αύγουστο του 1944 μεταφέρθηκε στις σκληρές φυλακές των Ναζί στο Στάιν της Αυστρίας. Το στρατόπεδο αυτό υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα στρατόπεδα συγκεντρώσεως των ναζιστικών δυνάμεων (το επονομαζόμενο Κάστρο Βαβέλ). Εκεί υπέμεινε φρικτές δοκιμασίες και ταπεινώσεις αντλώντας δύναμη από την ελπίδα να επιστρέψει στην οικογένειά του και στο αγαπημένο του ποίμνιο.

Ιδιαίτερη αναφορά κάνει για τη συνάντηση που είχε με τον π. Αλέξανδρο στις 30 Σεπτεμβρίου 1944, ο συγκρατούμενός του Αρχιμανδρίτης Διονύσιος Χαραλάμπους, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος, στο βιβλίο του «Μάρτυρες» (Βλ. Διονυσίου Χαραλάμπους, Μάρτυρες, Διωγμοί 1942-1945, έκδ. γ΄, Αθήναι 1955, σ. 122).

Στις 6 Απριλίου 1945, ημέρα εισβολής των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Αυστρία και συνθηκολόγησης των Αυστριακών, η διοίκηση των κολαστηρίων άνοιξε τις πόρτες του στρατοπέδου για να πάρουν οι κρατούμενοι το δρόμο της ελευθερίας και της επιστροφής, πριν προλάβουν και τους εκτελέσουν τα «Ες Ες». Μαζί με αυτούς και ο π. Αλέξανδρος. Εκεί, όμως, που ετοιμάζονταν να φύγουν τους αιφνιδίασαν σαν αιμοβόρα ερπετά τα «Ες Ες». Οι άνθρωποι του Φύρερ ηττημένοι και εκδικητικοί ξεδίπλωσαν και αυτή την ύστατη ώρα τα απάνθρωπα συναισθήματά τους. Στον προαύλιο χώρο των φυλακών άνοιξαν πυρ και έκοψαν το νήμα της ζωής σε εκατοντάδες κρατούμενους που προσδοκούσαν και ζούσαν για την ώρα εκείνη, την ώρα της ελευθερίας και της επιστροφής στις εστίες τους. Μαζί με αυτούς -στα 38 του χρόνια- και ο π. Αλέξανδρος Περδικομάτης, αφήνοντας πίσω του την πρεσβυτέρα του με πέντε ανήλικα παιδιά. Ο γενναίος λευίτης που έζησε και άντεξε επί ένα και πλέον χρόνο τη βαναυσότητα και την απανθρωπιά των κολαστηρίων των Ναζί, ατύχησε ή καλύτερα «παγιδεύτηκε» στην εκδικητική και λυσσώδη μανία των «Ες Ες».

Στις 26 Νοεμβρίου 2000 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την προεδρεία του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρού Χριστοδούλου, αναγνωρίζοντας τη θυσία του, του απένειμε μετά θάνατον -όπως και στον άλλον Κερκυραίο αντιστασιακό εθνομάρτυρα π. Ηρακλή-Σεβαστιανό Νικοκάβουρα (1912-1943) και σε όλους τους άλλους αντιστασιακούς κληρικούς της Εκκλησίας της Ελλάδος και θύματα της περιόδου εκείνης- Ευεργετήριον Γράμμα και τον Χρυσούν Σταυρόν του Αγίου Αποστόλου Παύλου, που αποτελούν τις ανώτατες τιμητικές διακρίσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Η Ιερά Μητρόπολη Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων θέλοντας και αυτή να τιμήσει τη μνήμη των δύο ανωτέρω δικών της κληρικών-εθνομαρτύρων, διοργάνωσε ειδική τιμητική εκδήλωση, πριν τρία ακριβώς χρόνια, στις 28 Οκτωβρίου 2015. Σε αυτήν, μέσα σε κλίμα συγκίνησης και εθνικής υπερηφάνειας, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριος παρέδωσε τα Ευεργετήρια Γράμματα και τα Παράσημα της Εκκλησίας της Ελλάδος στις οικογένειες των δύο εθνομαρτύρων κληρικών μας ευχόμενος το παράδειγμά τους να μας εμπνέει και η μνήμη τους να είναι αιωνία.

Πηγές – Βιβλιογραφία:

  • Συνέντευξη με τον γιο, του αείμνηστου π. Αλεξάνδρου, Δημήτριο Περιδομάτη.
  • Ιωαννίδη Β. Γιάννη, Μικρή Εγκυκλοπαίδεια Εθνομαρτύρων Κληρικών, τ. β΄, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1992, σ. 81.
  • Κοντοστάνος Μεθόδιος Μητροπολίτης Κερκύρας και Παξών, Αρχείον και Καθημερινά Περιστατικά Γεγονότα επί Ιταλικής και Γερμανικής Κατοχής, Κέρκυρα, 1949, σ. 492.
  • Μνήμες και Μαρτυρίες από το ’40 και την Κατοχή, Κλάδος Εκδόσεων Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2000.
  • Μπαλατσούκας Ι. Σωτηρίου, δρ, Διονύσιος Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών (1907-1970), βίος και πνευματικές παρακαταθήκες, Τρίκαλα 2012.
  • Χαραλάμπους Διονύσιος, Μάρτυρες, Διωγμοί 1942-1945, έκδ. γ΄, Αθήναι 1955, σ. 122.
  • Χαραλάμπους Διονύσιος, Πιστοί άχρι Θανάτου, Αθήναι 1959, σ. 469-471.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις «Επισημάνσεις της Κυριακής», 28-10-2018.


Πηγή