Όταν ο «γηραιός» βουλευτής Λευκάδας Ευάγγελος Τσαρλαμπάς βρέθηκε στο επίκεντρο της κατάληψης της Βουλής

Της Πηνελόπης Κοψιδά

Ήταν Δεκέμβριος του 1902, όταν στο απόηχο των εθνικών εκλογών που προηγήθηκαν το Νοέμβριο του ίδιου έτους, συνέβη στην Αθήνα ένα γεγονός που απασχόλησε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της εποχής. Ήταν η κατάληψη της Βουλής από τα στελέχη του νεοεκλεγέντος Εθνικού Κόμματος του Θ. Δηληγιάννη, η οποία πραγματοποιήθηκε τη νύχτα της 8ης προς 9ης Δεκέμβρη. Σκοπό είχε να εγκαταστήσει ως προσωρινό πρόεδρο, εν όψει της έναρξης των εργασιών της νέας Βουλής, τον βουλευτή Λευκάδας Ευάγγελο Τσαρλαμπά, αφού σύμφωνα με τον κανονισμό η θέση του ανήκε, ως γηραιότερου όλων των βουλευτών.

Ωστόσο, η αντιπολίτευση του Γ. Θεοτόκη αμφισβητούσε την ηλικία του Ε. Τσαρλαμπά και θεωρούσε μεγαλύτερο το δικό της βουλευτή Κραναίας, τον Δημήτριο Τραυλό, τον οποίο επεδίωκε να καταστήσει προσωρινό πρόεδρο. Οι «Θεοτοκικοί» όμως, ως προηγούμενη κυβέρνηση, βρίσκονταν σε πλεονεκτική θέση, γιατί τα κλειδιά του Κοινοβουλίου κατείχαν οι δικοί τους υπάλληλοι και δεν δέχονταν καμιά διαπραγμάτευση.

«Η κατοχή της έδρας του προσωρινού προέδρου της Βουλής έχει αρκετά κωμικά προεόρτια. Οι γηραιοί μνηστήρες της κ. κ. Τραυλός και Τσαρλαμπάς φαίνεται ότι έχουν εξοπλισθεί σήμερα με πιστοποιητικά ληξιαρχικών πράξεων, τα οποία θα φέρουν την Βουλήν εις δύσκολον θέσιν. Σπανίως παρουσιάσθη άλλοτε τόση λυσσώδης διεκδίκησις ενός αξιώματος, το οποίον διαρκεί μόλις ολίγας στιγμάς, ουδέποτε δε άλλοτε εις αυτόν τον τόπον εδόθη τόση προσοχή προς το γήρας».

«Ας λυθή επιτέλους και αυτό το ζήτημα δια να ησυχάσωμεν. Ο κ. Τσαρλαμπάς είναι ο γηραιότερος βουλευτής ή ο κ. Τραυλός; Δια να γείνη κανείς οριστικός Πρόεδρος της Βουλής πρέπει να έχη 150 βουλευτάς ενώ δια να γείνη προσωρινός πρόεδρος, πρέπει να έχη 150 ετών ηλικία…»

Ο ανταγωνισμός των δύο υπερηλίκων μπαίνει στο στόχαστρο και του μεγάλου σατιρικού ποιητή της εποχής Γεώργιου Σουρή:

«Μένος λυσσαλέον δύο γηραλέων

Κι όσον ο κόσμος προσπαθεί να φαίνεται νεότερος,
τόσον αυτοί κορόνουν και σφίγγονται κι ιδρόνουν
ποιος εκ των δύο να φανή πως είναι γεροντότερος.
Και δος του παίρνουνε φωτιά και δος του βγάζουνε χαρτιά
κι οι δύο των περίσσια για γάμους και βαπτίσια,
και γίνονται συμβούλια και ξαφνικά και ντράβαλα
για προσφιλή σαράβαλα».

Από την εφημερίδα Ρωμηός του Γ. Σουρή

Οι εκλογές που είχαν προηγηθεί στις 17 Νοέμβρη υπήρξαν ταραχώδεις, δεν ανέδειξαν νικητή και χαρακτηρίστηκαν από τον Τύπο της εποχής «εκλογές χωρίς νόημα και χωρίς αρχές». Οι δύο βασικοί διεκδικητές της εξουσίας, Δηλιγιάννης και Θεοτόκης, συγκέντρωσαν από 102 βουλευτές και η κατάσταση ήταν ρευστή, καθώς βουλευτές και από τα δυο κόμματα, μετακινούνταν στην αντίπαλη παράταξη, επιδιώκοντας προσωπικά οφέλη και ρουσφέτια.

«Αι μεταστάσεις των βουλευτών από κόμματος εις κόμμα, είτε γίνονται επ΄ωφελεία του κ. Δηλιγιάννη, είτε γίνονται επ΄ωφελεία του κ. Θεοτόκη, δεν παύουν του να είναι βδελυραί και αξιοκατάκριτοι, όταν έχουν ελατήριον τα ταπεινά και τα προσωπικά συμφέροντα».

Θ. Δηλιγιάννης – Γ. Θεοτόκης

Τις επόμενες μέρες (18-23 Νοέμβρη) η πρωτεύουσα βυθίστηκε στην αναρχία και το χάος. Ο Θ. Δηλιγιάννης καταφεύγοντας στην προσφιλή του μέθοδο της οχλαγωγίας, κατέβασε στο δρόμο τους οπαδούς του, οι οποίοι επιδόθηκαν σε καταστροφές περιουσιών και σε αιματηρές συγκρούσεις με τους πολιτικούς τους αντιπάλους και την αστυνομία. Για να επιβληθούν χρησιμοποιούσαν κυρίως σανίδες, τις οποίες ξήλωναν από ανεγειρόμενες οικοδομές της οδού Σταδίου, γι΄αυτό τα επεισόδια έμειναν γνωστά με τον όρο «σανιδικά». Σκοπός του Δηλιγιάννη ήταν να εκβιάσει το βασιλιά Γεώργιο Α΄, ώστε να του δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, πράγμα το οποίο επέτυχε. Και ο Σουρής σχολιάζοντας έμμετρα τα γεγονότα, θα πει:

«Νέα νικητήρια
και συλλυπητήρια
Πως και ποιους να πρωτοψάλης;
ανυμνήσωμεν τα κλέη
νέας εκλογής μεγάλης
που ο καθείς γελά και κλαίει.
~~~~~~
Ανασταίνει την πατρίδα
σανιδάδων εκλογή…
δεν απέμεινε σανίδα
και κουδούνι σε τραγί.»

Συνέχεια αυτής της τακτικής του πολιτικού ήταν και η νυχτερινή παραβίαση του κτηρίου της Βουλής, προκειμένου να είναι σίγουρος ότι το επόμενο πρωί στον εναρκτήριο λόγο του Βασιλιά Γεωργίου του Α΄ στη νέα Βουλή, θα προεδρεύσει ο δικός του βουλευτής, Ευάγγελος Τσαρλαμπάς. Κάλεσε τον διευθυντή της αστυνομίας Ιωάννη Γενήσαρλη και του ανέθεσε να καταλάβει το χώρο και να τον εκκενώσει από τους αντιπάλους. Ο διευθυντής των γραφείων όμως της Βουλής Φαρμακόπουλος, απαγόρευσε την είσοδο της αστυνομίας προβάλλοντας το επιχείρημα του «ασύλου». Ο Γενήσαρλης έφυγε για να επιστρέψει με δύναμη εκατό ανδρών, όμως οι οπαδοί του Θεοτόκη πρόβαλαν αντίσταση και δεν του επέτρεψαν την είσοδο. Έτσι, ο Δηλιγιάννης, με έκτακτο υπουργικό συμβούλιο που συγκάλεσε στο σπίτι του μέσα στη νύχτα, αποφάσισε να διαταχθεί η συνδρομή της εισαγγελικής αρχής, ώστε να αποσπαστεί το Κοινοβούλιο από τους αντιπάλους με το σκεπτικό να παραδοθεί προς φρούρηση στην αστυνομία, μέχρι το πρωί που θα ξεκινούσε τις εργασίες της η νέα βουλή.

«Πρόσταξον όθεν της Βουλής τας θύρας διαρρήξαι
και πρόεδρον προσωρινόν τον Τσαρλαμπάν κυρήξαι,
μήπως ο πλάνος Σκαρπινάς καμμιά δουλειά μας φτειάξη
και τον Τραυλόν δια νυκτός εις την Βουλήν εισάξει…»

Στις τρεις και μισή τη νύχτα, με την παρουσία αντιεισαγγελέα, ανακριτή και αστυνομίας, εφοδιασμένα με σκάλες και λοστούς, όργανα του κόμματος Δηλιγιάννη παραβιάζουν ένα παράθυρο της Βουλής και από εκεί μπαίνουν στο εσωτερικό. Στη συνέχεια ανοίγουν από μέσα τις πόρτες και εισέρχονται βουλευτές και πολίτες που παρακολουθούσαν από το προαύλιο την επιχείρηση.

«Κι έφεραν σιδηρουργούς για να σπάσουν της βαρειαίς
και μεγάλαις κλειδαριαίς,
και των κλείθρων θραυομένων και σπαρακτικώς τριζόντων
εκρατύνετο το κράτος των θεσμών των στεναζόντων…»

Μετά την εισβολή τα μέλη του κόμματος δεν εγκατέλειψαν το κτήριο, όπως τους υπέδειξε ο αντιεισαγγελέας. Ο βουλευτής μάλιστα Αλεξάκης, για κάθε ενδεχόμενο, κάθησε την θέση του Προέδρου από τις 4 έως τις 8 το πρωί, οπότε κατέφθασε ο Ε. Τσαρλαμπάς και κατέλαβε τη θέση.

Εφημερίδα Ρωμηός του Γ. Σουρή

«Κι ο Τσαρλαμπάς εμπείκε μες τ΄αμάξι
κι επήγαινε μη βρέξη και μη στάξη
κι εκεί στο Προεδρείο τον καθήλωσαν
και τους θεσμούς μ΄εκείνον ανεστήλωσαν.
~~~~~~
Και την κουδούνα τούδωσαν στο χέρι
κι όλοι τον εμακάριζαν οι γέροι,
κι έλεγαν: ταρλαμπούμπα, ταρλαμπά,
νταγιάντα, της Λευκάδας Τσαρλαμπά
και σήκωνε και κτύπα το κουδούνι
να μπης στων αντιζήλων το ρουθούνι».

Ακολούθησε το άνοιγμα των εργασιών της νέας Βουλής, με τον εναρκτήριο βασιλικό λόγο.

Ο Ευάγγελος Τσαρλαμπάς, λόγω της ηλικίας του, βρέθηκε στο επίκεντρο των παραπάνω γεγονότων, τα οποία ήταν γέννημα των ασταθών κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών μιας ταραγμένης εποχής. Στη διάρκεια του πολιτικού του βίου έγινε επανειλημμένως στόχος εκτεταμένης σάτιρας, χωρίς όμως να διαμαρτυρηθεί ποτέ γι΄αυτό στον Γ. Σουρή. Προχωρώντας πέρα από αυτά τα γεγονότα, ο Ευάγγελος Τσαρλαμπάς υπήρξε ένας πολιτευτής της Λευκάδας που αγωνίστηκε και πρόσφερε έργο στον τόπο του, μέσα σε συνθήκες εξαιρετικά ασταθείς και δύσκολες, σε μια Ελλάδα εδαφικά ακόμα περιορισμένη και εξαθλιωμένη.

Γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1819. Πατέρας του ήταν ο Θεόδωρος Τσαρλαμπάς και μητέρα του η Χριστίνα Λαυράνου, από τον Άγιο Ηλία Λευκάδας. Η οικογένεια του πατέρα του, καταγόμενη από την Ήπειρο, πρωτοεμφανίστηκε στη Λευκάδα στα 1685. Επειδή αγωνίστηκαν στο πλευρό των Ενετών εναντίων των Οθωμανών, έλαβαν ως δώρο από αυτούς «κτηματικήν αμοιβήν και δικαίωμα πολιτείας , συγκαταριθμηθέντες μεταξύ των προκρίτων». Έκτοτε και για πολλά χρόνια, η οικογένεια Τσαρλαμπά υπήρξε μια από τις «πρώτες» οικογένειες του νησιού με μεγάλη πολιτικοκοινωνική και οικονομική ισχύ.

Ο ίδιος φοίτησε στο Γυμνάσιο της πόλης της Λευκάδας και κατόπιν στην Ιόνιο Ακαδημία της Κέρκυρας, όπου υπήρξε μαθητής του Ανδρέα Κάλβου. Τις σπουδές του συνέχισε στην Πίζα της Ιταλίας, από όπου πήρε πτυχίο στο Αστικό Δίκαιο και «ετελειοποιήθη εις τα νομικά» στη Νομική Σχολή του Παρισιού. Το 1845 επιστρέφει στη Λευκάδα, όπου ασχολείται με την οργάνωση της οικογένειας και την εκμετάλλευση των κτημάτων. Από το 1862 έως το 1865 κατέχει τη θέση του Επάρχου Λευκάδας και από τη θέση αυτή, στις 21 Μαΐου το 1864, παραλαμβάνει το νησί (σε κόκκινο ενεργό να παραπέμπει σε ένα άρθρο που είχες γράψει για την παράδοση – παραλαβή της Λευκάδας) από τους αποχωρήσαντες Άγγλους, μετά την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα. Το 1867 προεδρεύει στην Επιτροπή Φιλοξενίας Κρητών Προσφύγων και το 1868 διορίζεται διοικητής στην Εθνοφυλακή Λευκάδας. Το 1883 εντάσσεται στο Εθνικό Κόμμα του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, τον οποίο θα υποστηρίξει μέχρι την δολοφονία του πολιτικού.

Το 1885 εκλέγεται για πρώτη φορά βουλευτής Κέρκυρας (επαρχία Λευκάδος) και από τότε έως το 1905 θα εκπροσωπήσει αρκετές φορές τη Λευκάδα, ως βουλευτής της κυβέρνησης ή της αντιπολίτευσης και θα υπηρετήσει την Ελληνική Βουλή από τη θέση του Προέδρου. Μετά την δολοφονία του Δηλιγιάννη (31 Μαΐου 1905) ανέπτυξε πρωτοβουλίες για τη διαδοχή και προήδρευσε συσκέψεων των βουλευτών του κόμματος. Από τότε δεν έλαβε ξανά μέρος σε εκλογικές αναμετρήσεις. Πέθανε στη Λευκάδα στις 13 Φεβρουαρίου το 1913, σε ηλικία 94 χρονών.

Προτομή Ε. Τσαρλαμπά στο λιμάνι της Βασιλικής

Ο Ε. Τσαρλαμπάς υπήρξε χαρακτηριστικός τύπος του επτανησιακού αρχοντολογιού, με επιστημονικές γνώσεις από τα Πανεπιστήμια της Ευρώπης, εκτεταμένη γενική μόρφωση, δοκιμασμένο πατριωτισμό, κοινωνική δράση και πολιτικές ικανότητες. Στη Λευκάδα υπήρξε αποφασιστική η συμβολή του σε έργα όπως το λιμάνι της Λευκάδας και της Βασιλικής, ο δρόμος Λευκάδας-Τσουκαλάδων και Σύβρου-Βασιλικής, η ανέγερση κτηρίων για τη στέγαση σχολείων και του συγκροτήματος των φυλακών. Αναγνωρίζοντας την προσφορά του ο Δήμος Απολλωνίων, μετά από πρόταση του τότε δημάρχου Γεράσιμου Μελά, τοποθέτησε την προτομή του στο λιμάνι της Βασιλικής.

-Τα βιογραφικά στοιχεία αντλήθηκαν από την ομιλία του κ. Γεράσιμου Μελά στην εκδήλωση με θέμα: Λευκαδίτες στην υπηρεσία της Βουλής των Ελλήνων
-Εφημερίς Πολιτική και των Ειδήσεων «ΣΚΡΙΠ»
-Εφημερίδα ΡΩΜΗΟΣ του Γεώργιου Σουρή


Πηγή