Πρωτοχρονιά στον Καθεδρικό Ναό της Ναυπάκτου (φωτο)

ierotheos-protoxronia3.jpg

Σήμερα Παρασκευή 1η Ιανουαρίου, Ἑορτή τῆς Περιτομής τοῦ Χριστού και μνήμη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου Καισαρείας, Πρωτοχρονιά του 2021, τελέσθηκε Αρχιερατική θεία Λειτουργία στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Δημητρίου Ναυπάκτου, μέ ὅλα τά ισχύοντα υγειονομικά μέτρα.

Ἀνάμεσα στό ἐκκλησίασμα ἦταν καί ὁ ἑορτάζων Δήμαρχος Ναυπακτίας κ. Βασίλειος Γκίζας, τόν ὁποῖον ὁ Σεβασμιώτατος εὐχαρίστησε γιά τήν συνεργασία τους σέ ὅλα τά κοινά θέματα τῆς Ναυπάκτου καί στό θέμα τῆς ἀποτελεσματικῆς ἀντιμετώπισης τῆς πανδημίας καί τοῦ εὐχήθηκε γιά τήν ἑορτή του.

Στό τέλος τῆς θείας Λειτουργίας τελέσθηκε ἡ Δοξολογία «ἐπί τῇ εἰσόδῳ εἰς τό νέον ἔτος» καί εὐλογήθηκε ἡ Βασιλόπιτα γιά τήν ἀρχή τοῦ ἔτους.

Κατά τήν διάρκεια τοῦ Κοινωνικοῦ ἀναγνώσθηκε ἀπό τόν Γενικό Ἀρχιερατικό Ἐπίτροπο καί Ἐφημέριο τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ Πρωτοπρεσβύτερο π. Θωμᾶ Βαμβίνη ἡ Ἐγκύκλιος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου «Ἐπί τῇ πρώτῃ τοῦ Ἔτους καί περί τῆς ἐνάρξεως τῶν Ἑορτασμῶν γιά τά 200 Χρόνια ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση», ἡ ὁποία καί ἀναρτήθηκε στήν ἱστοσελίδα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.

Μετά τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἀναγνώσθηκε ἀπό τόν Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἀρχιμανδρίτη π. Καλλίνικο Γεωργᾶτο, τό μήνυμα τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ γιά τήν ἡμέρα αὐτή:

«ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΚΑΘΕ ΕΤΟΥΣ βλέπουμε τό παρελθόν καί ἀτενίζουμε στό μέλλον, μετανοοῦμε γιά τά λάθη καί τίς ἁμαρτίες πού κάναμε τό προηγούμενο ἔτος καί ζητᾶμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ γιά τό νέον ἔτος, σκεπτόμαστε τά προ­βλήματα πού προέκυψαν τό προηγούμενο ἔτος, ἀναλογι­ζόμαστε καί τούς ἀποχωρισμούς ἀγαπητῶν μας ἀνθρώπων ἀπό τόν κόσμο αὐτόν, κυρίως ἐξαιτίας τοῦ νέου ἰοῦ, ἀλλά καί προσευχόμαστε στόν Θεό νά φωτίση αὐτούς πού ἐνδιαφέ­ρονται γιά τήν σωματική ὑγεία τῶν ἀνθρώπων νά βροῦν τά κατάλληλα φάρμακα γιά τήν ὑγεία τοῦ σώματός μας.

Ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφέρεται γιά τήν ὑγεία τοῦ σώματος τῶν ἀνθρώπων καί εὔχεται καί γι’ αὐτήν, ὄχι γιατί αὐτό εἶναι αὐτοσκοπός, ἀλλά γιά νά συντελῆ καί αὐτή πρός τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς καί τοῦ ὅλου ἀνθρώπου. Πρέπει νά ἐπι­κρατῆ ὁ συντονισμός μεταξύ ὑγείας τοῦ σώματος καί ὑγείας τῆς ψυχῆς. Φυσικά, μεγαλύτερο ἀγαθό εἶναι ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς, ὅταν ὁ ἄν­θρωπος ἑνώνεται μέ τόν Χριστό καί ὑπερβαίνη τό ἄγχος καί τόν φόβο τοῦ θανάτου.

Σήμερα, τήν πρώτη Ἰανουαρίου, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει, ἐκτός ἀπό τήν Περιτομή τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού συνιστᾶ τήν ἄκρα ταπείνωση καί κένωση τοῦ Χριστοῦ, καί τήν ἱερά μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας, ὁ ὁποῖος ἔζησε τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. καί συνεδύαζε πράξη καί θεωρία, θεολογία καί ποιμαντική, φιλοθεΐα καί φιλαν­θρω­πία, πνευματική ἰατρική καί σωματική ἰατρική, κοινωνική δρά­ση καί μοναχική παιδεία, διδασκαλική προσφορά καί λειτουργική πράξη. Γενικά, ἦταν ἕνας ὁλοκληρωμένος θεο­λόγος, πνευματικός πατέρας καί λειτουργός.

Ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐκτός τῶν ἄλλων, ἵδρυσε ἕνα φιλανθρωπικό κέντρο, τήν λεγομένη «Βασιλειάδα», ἡ ὁποία προσέλαβε τό ὄνομά της ἀπό τόν ἱδρυτή της. Πρόκειται γιά μιά ὁλόκληρη πολιτεία, ὅπου εὕρισκαν καταφύγιο καί πα­ρη­γοριά πολλοί δυστυχισμένοι ἄνθρωποι, ὅπως πτωχοί, ἐγκαταλελειμμένοι γέροντες, διερχόμενοι, ἄστεγοι καί πολλοί πάσχοντες, καί μέσα σέ αὐτήν τήν φιλάνθρωπη πολιτεία κυρίαρχος καί πρωταγωνιστικός ἄν­θρω­πος ἦταν ὁ Μέγας Βασίλειος.

Περιγραφή αὐτῆς τῆς φιλάνθρωπης πολιτείας κάνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στόν Ἐπιτάφιο λόγο του στόν φίλο του Βασίλειο, ἀπό τόν ὁποῖον θά παρουσιάσω μερικά στοιχεῖα.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀρχίζει μέ τήν φράση: «Καλόν φιλανθρωπία καί πτω­χοτροφία, καί τό τῆς ἀνθρωπίνης ἀσθενείας βοήθημα», δηλαδή εἶναι καλό ἡ φιλανθρωπία καί ἡ διατροφή τῶν πτωχῶν καί ἡ βοήθεια στήν ἀνθρώπινη ἀσθέ­νεια πρός τόν σκοπό αὐτόν. Παρου­σίασε ὡς πρότυπο φιλανθρωπίας τήν «Βασιλειάδα», γι’ αὐτό προτρέπει τόν ἀκροατή νά βγῆ λίγο ἔξω ἀπό τήν πόλη καί νά δῆ «τήν καινήν πόλιν», δηλαδή τήν καινούρια πόλη, πού εἶναι, ὅπως γράφει, τό ταμεῖο τῆς εὐσέβειας, τό κοινό θησαύρισμα ὅσων εὐποροῦν, στό ὁποῖο ἀποθέτουν τά περισσεύματα τοῦ πλούτου τους καί τά ἀπαραίτητα, μέ τίς παραινέσεις τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος παρακινοῦσε τούς πλουσίους καί ὅλους τούς Χριστιανούς νά καταθέτουν ἐκεῖ ἤ τά περισσεύματά τους ἤ τά ἀπαραίτητα ὑλικά ἀγαθά γιά νά βοηθηθοῦν ὅσοι τό εἶχαν ἀνάγκη.

Μάλιστα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γράφει καί τόν τρόπο λειτουργίας τῆς «καινῆς αὐτῆς» πόλεως. Σέ αὐ­τήν «νόσος φιλοσοφεῖται, καί συμφορά μακαρίζεται, καί τό συμπαθές δοκιμάζεται», δηλαδή στήν «Βασιλειάδα» ἡ ἀσθένεια ἀντιμετωπί­ζεται φιλοσοφικά, ἐννοεῖται θεολογικά, ἡ συμφορά γίνεται ἀντικείμενο μακαρισμοῦ καί δοκιμάζεται ἡ συμπάθεια πρός τούς ἄλλους.

Αὐτό εἶναι σημαντικό, γιατί ἡ ἀσθένεια δέν ἀντιμετω­πί­ζεται μόνον μέ φάρμακα, ἀφοῦ ὁ κάθε ἄρρωστος δοκιμά­ζεται ἀπό ἐνοχές, θλίψεις, ἀπογοητεύσεις, ἀλλά καί τό ἄγχος καί τήν ἀγωνία τοῦ θανάτου, ὁπότε χρειάζεται μιά ὁλόκληρη ποιμαντική ἐπιστήμη γιά νά ἀντιμετωπίση τόν ἄνθρωπο ὅταν ἀσθενῆ. Γι’ αὐτό στό φιλανθρωπικό αὐτό ἵδρυ­μα τό πιό θαυμαστό ἀπό ὅλα ἦταν «ἡ σύντομος τῆς σωτηρίας ὁδός», ἡ εὐκολότατη «πρός οὐρανόν ἀνάβασις». Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ «νόσος φιλοσοφεῖται καί ἡ συμφορά μακαρίζεται».

Μεταξύ τῶν ἄλλων ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γράφει ὅτι στήν πόλη αὐτήν ἔβλεπε κανείς ἕνα φοβερό καί θλιβερό θέαμα πού προερχόταν ἀπό τούς λεπρούς. Τότε ἡ λέπρα ἦταν ἀθεράπευτη. Γι’ αὐτό ἔβλεπε κανείς ἀνθρώπους πού ἐκδιώκονταν ἀπό τίς πολιτεῖες, τά σπίτια τους, τίς ἀγορές, τίς πηγές, ἀπό τούς ἀγαπητούς τους ἀνθρώπους. Αὐτούς τούς συγκέντρωνε ὁ Μέγας Βασίλειος στήν πόλη αὐτήν. Καί ἔβλεπε κανείς αὐτό τό φοβερό θέαμα νά εἶναι ἄνθρωποι «νεκροί πρό θανάτου» καί πεθαμένοι στά περισσότερα μέρη τοῦ σώματος, πού τά κατέτρωγε ἡ λέπρα καί ἀναγνωρίζονταν περισσότερο ἀπό τά ὀνόματά τους, παρά ἀπό τά σώματά τους. Αὐτοί οὔτε μποροῦσαν νά συμμετέχουν σέ συναθροίσεις καί σέ συνάξεις, γιά νά τραγουδοῦν κατά ζεύγη, οὔτε νά συμπονοῦνται ἀπό τούς ἄλλους ἕνεκα τῆς νόσου, πού ἦταν μεταδοτική, ἀλλά πε­ρισσότερο νά μισοῦνται ἀπό τούς συνανθρώπους τους.

Ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅμως, ἔπειθε ὅλους νά μή καταφρονοῦν τούς λεπρούς αὐτούς, οὔτε νά προσβάλλουν τόν Χριστό πού εἶναι ἡ κοινή κεφαλή ὅλων μέ τήν ἀπανθρωπία, ἀλλά νά βλέπουν τόν ἑαυτό τους στίς συμφορές τῶν ἄλλων. Δέν δίδασκε μόνον τούς ἄλλους νά βοηθοῦν τούς λεπρούς, ἀλλά ὁ ἴδιος ἔδινε τό παρά­δειγμα. Καί ἐνῶ ἡ λέπρα τότε ἦταν ἀθεράπευτη καί μολυ­σματική ἀσθένεια, ὁ Μέγας Βασίλειος πού ἦταν εὐγε­νής καί καταγόταν ἀπό εὐγενεῖς ἀνθρώπους καί ἦταν «ὑπέρ­λαμπρος», δέν ἀπαξίωνε νά τιμᾶ τήν νόσο τῆς λέπρας μέ τά χείλη του, δηλαδή «ὡς ἀδελφός ἠσπάζετο» τούς λεπρούς, γιά νά δείξη τήν ἀγάπη του σέ αὐτούς.

Αὐτός ἦταν ὁ Μέγας Βασίλειος, κατά τήν περιγραφή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Ἦταν ἀνυπέρ­βλητος καί ἀγαποῦσε τούς ἀρρώστους, ἀλλά περισσότερο ἀγαποῦσε τούς λεπρούς καί τούς φιλοῦσε, παρά τήν μολυσμαστική αὐτή ἀσθένεια, γιά νά τούς δείχνη τήν ἀγάπη του καί τήν φιλανθρωπία του. Γνώριζε ὅτι ὁ ἄρρωστος χρειά­ζεται τήν ἀγάπη μας καί τήν συμπαράστασή μας.

Δέν εἶναι εὔκολο νά μιμηθῆ κανείς τό παράδειγμα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὅταν συγκρίνη τίς ἀνάλογες περιπτώσεις τῶν ἡμερῶν μας μέ τήν μολυσματική ἀσθένεια τοῦ κορωνοϊοῦ, πού ὁμοιάζει κάπως μέ τήν μολυσματική ἀσθένεια τῆς λέπρας τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Μᾶς κατα­λαμ­βάνει φόβος καί τρόμος μπροστά στόν θάνατο καί ἀποφεύγουμε τούς ἀρρώστους, κυρίως ὅσους προσβλήθηκαν ἀπό τήν ἀσθένεια αὐτή.

Ἀγαπητοί ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Ζοῦμε σέ δύσκολη ἐποχή, κατά τήν ὁποία ἡ ἀρρώστια καί ὁ θά­να­τος θερίζουν ἀγαπητούς μας ἀνθρώπους, συγγενεῖς καί φίλους. Θά πρέπει νά προσευχόμαστε στόν Θεό νά φωτίση τούς ἁρμο­δίους στό νά βρεθοῦν κατάλληλες θεραπεῖες, καί κυρίως νά μή χάσουμε τήν ἀνθρωπιά μας. Πάνω ἀπό ὅλα νά μή ἀπολυτοποιοῦμε τήν ζωή μας ἐδῶ στήν γῆ, ἀφοῦ ἐδῶ εἴμαστε προσωρινοί καί ὁδεύουμε πρός τήν οὐράνια πατρίδα μας, κατά τό ἀποστολικό «οὐ γάρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. ιγ΄, 14). Νομίζω, αὐτήν τήν περίοδο εἶναι κατάλληλη ἡ προσευχή τοῦ ἁγίου Σωφρονίου τοῦ Ἁγιορείτου:

«Χάρισαί μοι, Κύριε, τοῦ γνῶναι τήν ἀλήθειάν Σου πρό τοῦ ἀπελθεῖν με ἐκ τῆς ζωῆς ταύτης. Παράτεινον τάς ἡμέρας μου, ἕως ἄν προσφέρω Σοι μετάνοιαν ἀληθινήν. Μή ἀναγάγῃς με ἐν ἡμίσει ἡμερῶν μου, καί ὅταν εὐδοκήσῃς θεῖναι πέρας τῇ ζωῇ μου προγνώρισόν μοι τόν θάνατόν μου, ἵνα ἡ ψυχή μου ἑτοιμασθῇ πρός συνάντησίν Σου. Ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, τῇ μεγάλῃ καί ἱερᾷ δι’ ἐμέ, γενοῦ μετ’ ἐμοῦ Κύριε, καί ἀπόδος μοι τήν ἀγαλλίασιν τοῦ Σωτηρίου Σου. Καθάρισόν με ἀπό παντός ἁμαρτήματος φανεροῦ ἤ κρυ­φίου, ἀπό πάσης ἀνομίας κεκρυμμένης ἐν ἐμοί, καί ἀξίωσόν με προσφέρειν σοι καλήν ἀπολογίαν ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Βήματός Σου».

Ὁ Μέγας Βασίλειος νά μᾶς φωτίζη καί νά μᾶς ἐμπνέη, ποιμένες καί ποιμαινομένους».