Αποτύπωση και χαρτογράφηση δυνητικών πηγών ρύπανσης σε τουριστικές ζώνες της Νήσου Λευκάδας με την χρήση δεικτ […]

Μεταδιδακτορική έρευνα Δημητρίου Χ. Λάζαρη

(Βιολόγος/Ιχθυολόγος, Msc Περιβαλλοντικής Πολιτικής και Διατήρησης Βιοποικιλότητας, PhD Φυσιολογίας, PostDoc Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων)

Η ρύπανση του περιβάλλοντος είναι ουσιαστικά η μεταφορά βλαβερών ουσιών ή μορφών ενέργειας σε ικανές ποσότητες που να προκαλέσουν καταστροφές στο περιβάλλον και να το κάνουν ακατάλληλο και για τους ανθρώπους αλλά και για τους υπόλοιπους ζωντανούς οργανισμούς στο οποίο αναπτύσσονται. Υπάρχουν διάφορες μορφές ρύπανσης του περιβάλλοντος όπως η χημική, η ηχητική, η ραδιενεργή, η αισθητική, η βιολογική και η θερμική ανάλογα βέβαια με τα στοιχεία που εκπέμπονται στο περιβάλλον. Έτσι λοιπόν το περιβάλλον επηρεάζεται από φυσικά και ανθρωπογενή αίτια. Τα φυσικά αίτια συνήθως είναι ηφαίστεια, πυρκαγιές κ.ά. που δεν προκαλούν μεγάλες καταστροφές γιατί η φύση φροντίζει να επανακάμπτει στην αρχική της κατάσταση εφόσον το επιτρέπουν οι δυνατότητές της. Τα ανθρωπογενή αίτια περιλαμβάνουν τα μέσα μεταφοράς, τη βιομηχανία, την παραγωγή ενεργειών κ.ά. δηλαδή ενέργειες του ανθρώπου που καταστρέφουν το περιβάλλον αλλά είναι και πιο δύσκολες να αντιμετωπιστούν γιατί προκαλούν μεγάλες ποσότητες ρύπων σε ένα σημείο (Κιλικίδης, 1997).

Τα τελευταία χρόνια με αφορμή τη μονοδιάστατη οικονομική αναπτυξιακή δραστηριότητα που καταστρέφει αλόγιστα το περιβάλλον, κερδίζει έδαφος, αμέσως ή εμμέσως, η αντίληψη ότι η ανάπτυξη είτε θα είναι ολοκληρωμένη, δηλαδή ταυτόχρονα οικονομική, κοινωνική, τεχνολογική και πολιτιστική, σε αρμονία και με σεβασμό στο συγκεκριμένο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, του οποίου μέρος είναι ο άνθρωπος, ή δεν θα υπάρχει καθόλου. Παράλληλα λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και της ύφεσης έχουν εμφανισθεί πρωτοφανείς επιπτώσεις σε ολόκληρη τη χώρα αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό στις περιοχές τουριστικού ενδιαφέροντος όπως είναι οι παραθαλάσσιες περιοχές λόγω αλόγιστης χρήσης των περιβαλλοντικών πόρων (Bertinelli et al., 2012; Polasky et al., 2019).

Οι ρυπογόνες επιδράσεις του τουρισμού στο φυσικό περιβάλλον μπορούν να είναι άμεσες ή έμμεσες και ακολούθως σε διάφορα επίπεδα. Σε τοπικό επίπεδο οι ρυπογόνες επιδράσεις (ρύπανση της θάλασσας ή του νερού, η ηχορύπανση κ.ά.) σχετίζονται με τον ανταγωνισμό της τουριστικής ανάπτυξης σε δραστηριότητες που σχετίζονται με το φυσικό περιβάλλον. Σε περιφερειακό επίπεδο η κατάσταση της ρυπογόνου δράσης επιδεινώνεται όπως η ρύπανση βιοτόπων κ.ά. αλλά ακόμα και σε διεθνές επίπεδο μπορεί να προκληθεί ρύπανση από την παραγωγή ενέργειας και να έχει δυσμενείς επιπτώσεις σε δασικές εκτάσεις, στην αλλαγή του κλίματος κ.ά. (Κοκκώσης & Τσάρτας, 2001).

Η έντονη ανάπτυξη δραστηριότητα του τουρισμού σε περιόδους αιχμής μπορεί να έχει αρνητικές επιδράσεις στα αβιοτικά στοιχεία του περιβάλλοντος όπως το νερό, το έδαφος και ο αέρας. Για παράδειγμα κάθε τουριστικό κατάλυμα όπως το ξενοδοχείο ή συγκροτήματα δωματίων δαπανούν σημαντικές ποσότητες ύδατος προκειμένου να εξυπηρετηθούν και να ικανοποιηθούν οι ανάγκες της επιχείρησης με αποτέλεσμα τα δίκτυα υδροδότησης πολλές φορές να μην μπορούν να διαχειριστούν μια τόσο μεγάλη αύξηση του νερού σε μικρό χρονικό διάστημα με αποτέλεσμα να εμφανίζεται της υφαλμύρωσης.

Οι κυριότερες μορφές ρύπανσης του περιβάλλοντος είναι οι εξής:

  • Ρύπανση και μόλυνση των υδάτων. Τα μεγάλα ξενοδοχεία και γενικά οι τουριστικές εγκαταστάσεις πρέπει να έχουν καλό σύστημα αποχέτευσης γιατί αλλιώς μπορεί να προκληθεί μόλυνση των υπόγειων υδάτων από τα βοθρολύματα. Επίσης, αν η έξοδος του συστήματος αποχέτευσης βρίσκεται κοντά σε κάποιο ποτάμι ή ακτή και τα λύματα δεν έχουν υποστεί επεξεργασία, οι εκροές θα μολύνουν την υδάτινη περιοχή.
  • Ατμοσφαιρική ρύπανση. Η ατμοσφαιρική ρύπανση αφορά την μόλυνση του αέρα λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης αυτοκινήτων από τουρίστες σε συγκεκριμένες περιοχές.
  • Ηχορύπανση. Η ηχορύπανση αφορά τον θόρυβο που δημιουργείται από την συγκέντρωση πολλών τουριστών σε διάφορα μέρη όπως αξιοθέατα, πάρκα διασκέδασης κ.λπ.
  • Οπτική ρύπανση. Οι τουριστικές εγκαταστάσεις σε κάποιες περιοχές μπορεί να μην ταιριάζουν με το στυλ ή να έχουν άσχημο σχεδιασμό.
  • Συνωστισμός και συμφόρηση. Οι τουριστικές περιοχές που έχουν πολύ μεγάλη ζήτηση πολλές φορές προκαλούν δυσαρέσκεια στους κατοίκους των τουριστικών περιοχών με το συνωστισμό και την συμφόρηση που επικρατεί.
  • Προβλήματα χρήσης γης. Σύμφωνα με τις αρχές σωστού τουριστικού σχεδιασμού, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τουριστική ανάπτυξη τμήματα γης που είναι κατάλληλα για άλλες χρήσεις, όπως η γεωργία, η κατασκευή κατοικιών ή χώρων αναψυχής, καθώς και περιοχές που θα έπρεπε να κηρυχθούν διατηρητέες.
  • Διατάραξη της οικολογικής ισορροπίας. Διάφορα είδη οικολογικών προβλημάτων μπορεί να προκύψουν από την ανεξέλεγκτη τουριστική ανάπτυξη, όπως η υπερβολική χρήση του ευαίσθητου φυσικού περιβάλλοντος από τους τουρίστες, η οποία ίσως καταλήξει σε οικολογική καταστροφή.
  • Περιβαλλοντικοί κίνδυνοι. Μπορεί να προκληθούν καταστροφές όπως καθίζηση του εδάφους, πλημμύρες, μείωση της βλάστησης κ.λπ. Επίσης υπάρχει περίπτωση να καταστραφούν ή να φθαρούν αρχαιολογικοί χώροι εξ’ αιτίας της μη σωστής χρήσης τους.
  • Ακατάλληλη διάθεση αποβλήτων. Μπορεί τα σκουπίδια ή τα μπάζα στις τουριστικές περιοχές εξ’ αιτίας των πολλών επισκεπτών και των πολλών δραστηριοτήτων να προκαλέσουν την ρύπανση του περιβάλλοντος (Lickorish, Jenkins, 1997).

Στην παρούσα διατριβή έλαβε χώρα η χαρτογραφική διερεύνηση και μελέτη δυνητικών πηγών ρύπανσης κατά την διάρκεια τουριστικής περιόδου, στην Νήσο της Λευκάδας. Είναι το τέταρτο σε μέγεθος νησί των Ιονίων, που συγκεντρώνει το 11,5% του συνολικού πληθυσμού της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων. Σε αντίθεση με την πληθυσμιακή πτωτική πορεία της χώρας τα τελευταία χρόνια η Λευκάδα παρουσιάζει αύξηση στον πληθυσμό της (αριθμός κατοίκων/Km2). Το εμπόριο (επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου και καυσίμων, επιχειρήσεις επισκευής ειδών ατομικής και οικιακής χρήσης, το χονδρικό εμπόριο) και ο τουρισμός είναι από τους κυρίαρχους επαγγελματικούς τομείς του νησιού εφόσον η Λευκάδα τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζεται από ραγδαία τουριστική και χωροταξική ανάπτυξη. Το γεγονός αυτό σηματοδοτήθηκε από την οδική πρόσβαση στο νησί, χωρίς την ανάγκη μεταφοράς μέσω πλωτών μέσων, με αποτέλεσμα η Λευκάδα να αποτελεί έναν εύκολο τουριστικό προορισμό για ημεδαπούς.

Η Δυτική πλευρά της νήσου λόγω του γεωμορφολογικού της παρελθόντος κατά την νεοτεκτονική περίοδο διαμορφώθηκε σε ένα ανάγλυφο βαθιών κοιλάδων και απότομων φυσικών πρανών κατά μήκος των ακτών της (Ελληνική Γεωλογική Εταιρεία, 2004). Λόγω αυτής της γεωλογικής ιδιαιτερότητας η οποία αποτέλεσε περιοριστικό παράγοντα χωροταξικής ανάπτυξης δεν εμφανίζει την έντονη τουριστική δραστηριότητα της ανατολικής παραθαλάσσιας ζώνης του νησιού παρόλο που προσφέρει παράκτιο τουρισμό σε ορισμένα σημεία κατά μήκος της ανατολικής ακτογραμμής της νήσου (Corine 2012). Επίσης οι ορεινοί οικισμοί είναι σχετικά περιορισμένοι σε σχέση με την παραθαλάσσιο πληθυσμό λόγω της πιθανής μετεγκατάστασης του στην παράκτια ζώνη λόγω της αυξανόμενης τουριστικής ανάπτυξης (Εικόνα 1).

Εικόνα 1. Χάρτης Λευκάδας με βάση τον CORINE (2012): Καλύψεις γης για την Ελλάδα και το έτος 2012, σύμφωνα με τα παραδοτέα του ομώνυμου προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ιστοσελίδας Copernicus.

Mε βάση την μελέτη δεδομένων για την χωροταξική ανάπτυξη των τελευταίων ετών για τις ανάγκες του τουρισμού και την εποχιακή τουριστική δυναμικότητα που έχει καταγραφεί, η Λευκάδα μπορεί να διακριθεί σε 3 δυνητικές ζώνες ρύπανσης διαβαθμισμένης έντασης (Εικόνα 2, Πίνακας 1):

  • Α΄ Ζώνη (παράκτια): περιλαμβάνει την βόρεια, ανατολική, δυτική και νότια παράκτια πλευρά της νήσου σε απόσταση σχεδόν 2 Km από την θάλασσα, την βόρια και νότια παράκτια περιοχή του Μεγανησίου και την ανατολική παράκτια περιοχή του Καλάμου με υψηλό επίπεδο δυνητικών ρύπων.
  • Β΄ Ζώνη (ορεινή): περιλαμβάνει την εσωτερική ζώνη με περιοχές που βρίσκονται σε μέσο υψόμετρο έως και 250 m και χαρακτηρίζεται από μεσαίο επίπεδο ρύπανσης.
  • Γ΄ Ζώνη (ορεινή): περιλαμβάνει έναν περιορισμένο δακτύλιο στο μέσο της εσωτερικής ζώνης με περιοχές που βρίσκονται σε μέσο υψόμετρο πάνω από 250 m και χαρακτηρίζεται από χαμηλό επίπεδο ρύπανσης.

Εικόνα 2. Χάρτης Λευκάδας με ζωνoποίηση της νήσου ανάλογα με τη διαβάθμιση της έντασης των πηγών δυνητικών πηγών ρύπανσης.

Πίνακας 1. Ζώνες δυνητικών πηγών ρύπανσης της νήσου της Λευκάδας με χρωματική μοντελοποίηση διαβαθμισμένης έντασης.

Ζώνες Ένταση δυνητικών πηγών ρύπανσης Χρώμα έντασης δυνητικών πηγών ρύπανσης
Α΄ Υψηλό επίπεδο
Β΄ Μεσαίο επίπεδο
Γ΄ Χαμηλό επίπεδο

Κατά μήκος της ακτογραμμής της νήσου η πλειονότητα του τουριστικού δυναμικού αναπτύσσεται τουλάχιστον σε απόσταση 2 Km από την θάλασσα και αυτό εξαρτάται από τον βαθμό χωροταξικής ανάπτυξης καταστημάτων και τουριστικών καταλυμάτων. Σε ορισμένα σημεία της ακτογραμμής έχουν υπάρχουν λιμάνια και φυσικά αγκυροβόλια (Λυγά, Νικιάνα, Βλυχό, Νυδρί, Βασιλική, Σύβοτα) στα οποία μπορούν ιστιοπλοϊκά και άλλα σκάφη να φιλοξενηθούν με ασφάλεια. Έτσι λοιπόν είναι εφικτή η υποβάθμιση των παράκτιων περιοχών όχι μόνο από αστικά λύματα (ή ακόμη και από γεωργικά απόβλητα) αλλά και από συσκευασίες εμπορικών προϊόντων, υγρά υπολείμματα, λειτουργικοί ρυπαντές φιλοξενούμενων ιστιοφόρων και σκαφών αναψυχής (Εικόνα 3).

Περιοχές χαρτογράφησης δυνητικών πηγών ρύπανσης παράκτιων περιοχών

1. Λευκάδα

2. Καρυώτες

3. Λυγιά

4. Νυδρί

5. Δεσίμι

6. Μικρός Γιαλός

7. Βασιλική

8. Εγκρεμνοί

9. Άγιος Νικήτας

10. Βαθύ (Μεγανησίου)

11. Κάλαμος

Εικόνα 3. Γεωμορφολογικός χάρτης της Λευκάδας με χαρτογράφηση δυνητικών πηγών ρύπανσης σε παράκτιες περιοχές της νήσου (σε αποστάσεις περίπου των 2 Km από τις ακτές).

Οι άνω χαρτογραφημένες παράκτιες περιοχές επεξεργάστηκαν και ομαδοποιήθηκαν με την μέθοδο της Ιεραρχικής Ανάλυσης κατά συστάδες (Hierarchical Cluster Analysis) χρησιμοποιώντας κοινές παραμέτρους αξιολόγησης (αριθμός δωματίων καταλυμάτων, αριθμός κλινών καταλυμάτων, μέγεθος του τουριστικού δυναμικού που φιλοξενείται και η απόσταση του καταλύματος από την θάλασσα) ώστε να διαπιστωθεί η ένταση της δυνητικότητάς τους στην ρύπανση που ενδεχομένως να εμφανίσουν (οι Εγκρεμνοί δεν επεξεργάστηκαν στην μέθοδο της Ιεραρχικής Ανάλυσης κατά συστάδες λόγω απουσίας βασικών κοινών παραμέτρων αξιολόγησης). Βέβαια θα πρέπει να τονιστεί ότι υπάρχει ένας βασικός περιοριστικός παράγοντας: η πιθανή μετακίνηση του τουριστικού πληθυσμού σε άλλες φυσικές παραλίες κοντινές ή απομακρυσμένες. Με βάση την ανάλυση προέκυψε ότι υπάρχουν 3 συστάδες διαβαθμισμένης δυνητικότητας της ρύπανσης: η Λευκάδα και το Νυδρί, είναι η πρώτη ομάδα με τη μεγαλύτερη ένταση (εμφανίζουν και την μεγαλύτερη κινητικότητα του τουριστικού πληθυσμού), η Λυγιά, η Βασιλική και ο Άγιος Νικήτας η δεύτερη συστάδα με ενδιάμεση ένταση δυνητικότητας και ο Μικρός Γιαλός (κοντά στον Πόρο), Βαθύ (Μεγανησίου), Δεσίμη, Καρυώτες και Κάλαμος η τρίτη συστάδα που εμφανίζει τη μικρότερη ένταση (Διάγραμμα 1).

Διάγραμμα 1. Δενδρόγραμμα που δείχνει συγκριτικά την ένταση της δυνητικότητας των επιλεγμένων χαρτογραφικά παράκτιων περιοχών ανά συστάδες στην νήσο της Λευκάδας.

Από τη διεξαγωγή των μετρήσεων και αποτελεσμάτων των συλλεχθέντων στοιχείων το μεγαλύτερο μέρος του τουριστικού δυναμικού (83,7%) προτιμά τις παράκτιες και ορεινές περιοχές έως και υψόμετρο 250 m της νήσου, τις θερινές περιόδους, σε αντίθεση με το υπόλοιπο (16,3%) που απαντάται σε μεγαλύτερα υψόμετρα των 250 m. Κατά τη μελέτη και χαρτογράφηση της ορεινής ζώνης της νήσου αξιοποιήθηκαν 28 ορεινές περιοχές οι οποίες αποτελούν τόπους προσέλκυσης και διαμονής των περισσότερων τουριστών. Οι ορεινές περιοχές διαχωρίστηκαν σε δύο ζώνες ανάλογα τις προτιμήσεις των τουριστών και το υψόμετρο. Στην ζώνη με χαμηλό υψόμετρο δηλαδή έως και 250 m (32,14%) καταλαμβάνει μια οριακή λωρίδα εσωτερικά της ζώνης των παράκτιων περιοχών και στην ζώνη με μεγαλύτερο υψόμετρο των 250 m (67,86%) καταλαμβάνει επί το πλείστον το κεντροδυτικό τμήμα της νήσου (Εικόνα 4). Η χωροταξική διάταξη των τουριστικών καταλυμάτων ορεινών περιοχών σε μεγαλύτερα υψόμετρα βρίσκεται υπό την πίεση μια συνεχούς εξέλιξης ώστε να επιταχυνθεί η βελτίωση εναλλακτικών μορφών τουρισμού που συνάδει με την περιβαλλοντική αρχιτεκτονική του φυσικού τοπίου της νήσου σε σχέση με το ορεινό στοιχείο της. Το γεγονός αυτό ενισχύθηκε έντονα με την ποιοτική βελτίωση του οδικού δικτύου ώστε να εξυπηρετείται η ενδοπεριφερειακή συνοχή στο εσωτερικό της νήσου αλλά και με τις παράκτιες της περιοχές.

Ορεινό ύψος έως και 250 m

Ορεινό ύψος μεγαλύτερο των 250 m

Περιοχές χαρτογράφησης δυνητικών πηγών ρύπανσης ορεινών περιοχών

1. Τσουκαλάδες

2. Απόλπαινα

3. Κάβαλος

4. Άγιος Νικήτας

5. Ασπρογερακάτα

6. Σπανοχώρι

7. Λαζαράτα

8. Κατούνα

9. Δρυμώνας

10. Πηγαδησάνοι

11. Καλαμίτσι

12. Εξάνθεια

13. Καρυά

14. Πλατύστομα

15. Βαυκερή

16. Χορτάτα

17. Νεοχώρι

18. Κομηλιόν

19. Δράγανο

20. Άγιος Ηλίας

21. Χαραδιάτικα

22. Αθάνι

23. Άγιος Πέτρος

24. Σύβρος

25. Βουρνικάς

26. Κατοχώρι

27. Φτερνό

28. Μαραντοχώρι

Εικόνα 4. Γεωμορφολογικός χάρτης της Λευκάδας με χαρτογράφηση δυνητικών πηγών ρύπανσης σε ορεινές περιοχές της νήσου.

Είναι συχνό φαινόμενο ο εγχώριος τουριστικός δομικός σχεδιασμός να μην ενσωματώνει τις δομές του με τα φυσικά χαρακτηριστικά του τοπικού περιβάλλοντος οπότε να επέρχεται μια σύγκρουση. Για αυτό θα ήταν θεμιτό να μελετηθεί ο βαθμός συσχέτισης του επιπέδου του τουριστικού δυναμικού και της δυναμικής ικανότητας του περιβάλλοντος να άρει τυχόν αρνητικές επιπτώσεις από τη διαχείριση των διαθέσιμων φυσικών πόρων από τους επισκέπτες. Ο ανεξέλεγκτος συμβατικός τουρισμός μπορεί να προκαλέσει πιθανές απειλές σε πολλές φυσικές περιοχές. Μπορεί να ασκήσει τεράστια πίεση σε μια περιοχή (πχ η αναπτυσσόμενη χωροταξική διάταξη τουριστικών καταλυμάτων και η ανάπτυξη επιπλέον οδικού δικτύου για εξυπηρέτηση μεταφορών) ώστε να οδηγήσει σε αρνητικές και ενδεχομένως μη αντιστρεπτές επιπτώσεις. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται τη διάβρωση του εδάφους, την αποδάσωση, την απώλεια φυσικών οικοτόπων, την αυξημένη πίεση στα απειλούμενα είδη και την αυξημένη ευαισθησία στις δασικές πυρκαγιές σε δασικές περιοχές (Sunlu, 2003).

Οι χαρτογραφημένες ορεινές περιοχές κάτω των 250 m επεξεργάστηκαν και ομαδοποιήθηκαν με την μέθοδο της Ιεραρχικής Ανάλυσης κατά συστάδες (Hierarchical Cluster Analysis) χρησιμοποιώντας κοινές παραμέτρους αξιολόγησης (αριθμός δωματίων καταλυμάτων, αριθμός κλινών καταλυμάτων, μέγεθος του τουριστικού δυναμικού που φιλοξενείται και μέσο υψόμετρο). Όπως διαπιστώνεται όλες οι περιοχές ομαδοποιούνται σε μια συστάδα με εξαίρεση τον Άγιο Νικήτα ο οποίος διαφοροποιείται από τις υπόλοιπες (Διάγραμμα 2). Αυτό μπορεί να οφείλεται αφενός στην χωροταξική διάταξη των καταλυμάτων η οποία είναι πυκνότερη με ευρεία γκάμα ξενοδοχειακών και τουριστικών συγκροτημάτων στο ορεινό και παράκτιο τμήμα της καθώς και στο αυξημένο τουριστικό δυναμικό. Πολύ πιθανό όλες οι ορεινές περιοχές με υψόμετρο μικρότερο των 250 m που ανήκουν σε αυτήν τη ζώνη έχουν σχεδόν την ίδια ένταση δυνητικότητας στην ρύπανση που ενδεχομένως εμφανίσουν με εξαίρεση τον Άγιο Νικήτα.

Οι χαρτογραφημένες ορεινές περιοχές άνω των 250 m επίσης ομαδοποιήθηκαν με την μέθοδο της Ιεραρχικής Ανάλυσης χρησιμοποιώντας τις ίδιες παραμέτρους αξιολόγησης Διακρίνονται σχεδόν 3 ζώνες δυνητικότητας έντασης της ρύπανσης (Διάγραμμα 3) και αυτό εξαρτάται σχεδόν απόλυτα από το τουριστικό δυναμικό που φιλοξενείται άρα αναλογικά είναι και η εμφάνιση της έντασης των δυνητικών πηγών ρύπανσης.

Διάγραμμα 2. Δενδρόγραμμα που δείχνει συγκριτικά την ένταση της δυνητικότητας των επιλεγμένων χαρτογραφικά ορεινών περιοχών (κάτω των 250 m) ανά συστάδες στην νήσο της Λευκάδας.

Διάγραμμα 3. Δενδρόγραμμα που δείχνει συγκριτικά την ένταση της δυνητικότητας των επιλεγμένων χαρτογραφικά ορεινών περιοχών (άνω των 250 m) ανά συστάδες στην νήσο της Λευκάδας.

Τα συμπεράσματα που έλαβαν χώρα από τα ερευνητικά δεδομένα της ανά χείρας μεταδιδακτορικής διατριβής είναι τα εξής:

  • Η γεωλογική ιδιαιτερότητα της νήσου της Λευκάδας επηρεάζει την χωροταξική διάταξη και την κατανομή του τοπικού και κατά συνέπεια του εποχιακού τουριστικού πληθυσμού ώστε να εμφανίζεται μια ανομοιόμορφη κατανομή με πληθυσμιακή ανάπτυξη στην βόρεια και ανατολική πλευρά της νήσου.
  • Η γεωγραφική περιοχή της Λευκάδας διακρίνεται σε 3 ζώνες δυνητικής ρύπανσης σε συνάρτηση την χωροταξική ανάπτυξη και με τον τουριστικό πληθυσμό: την παράκτια εξωτερική ζώνη και τις δύο εσωτερικές, ορεινές ζώνες.
  • Η παράκτια ζώνη εμφανίζει την μεγαλύτερη δυνητικότητα ρύπανσης κυρίως στην βόρεια και ανατολική πλευρά της νήσου λόγω (1) της συνεχόμενης αυξανόμενης δόμησης στις συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, (2) της ύπαρξης λιμανιών και φυσικών αγκυροβολίων, (3) της εκρηκτικής ανάπτυξης μικρών αλλά και πολυδύναμων τουριστικών καταλυμάτων σε απόσταση έως και 2 Km από την ακτογραμμή, (4) της εμπορικής ανάπτυξης και εξυπηρέτησης στις περιοχές αυτές. Οι ρυπαντές των περιοχών αυτών μπορεί να είναι αστικά λύματα, συσκευασίες εμπορικών προϊόντων, υγρά υπολείμματα, λειτουργικοί ρυπαντές φιλοξενούμενων ιστιοφόρων και σκαφών αναψυχής.
  • Στην παράκτια ζώνει εμφανίζουν μεγαλύτερη δυνητικότητα ρύπανσης η Λευκάδα και το Νυδρί, ακολουθούν η Λυγιά, η Βασιλική και ο Άγιος Νικήτας με ενδιάμεση ένταση δυνητικότητας και ο Μικρός Γιαλός (κοντά στον Πόρο), Βαθύ (Μεγανησίου), Δεσίμη, Καρυώτες και Κάλαμος με τη μικρότερη ένταση.
  • Η γεωλογική ιδιαιτερότητα της νήσου (ορεινές περιοχές μεγάλου υψομέτρου, φαράγγια, εύφορες κοιλάδες κλπ) σε συνδυασμό με τα πλούσια φυσικά περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά της (πλούσια βλάστηση, αξιόλογη χλωρίδα, ποικιλομορφία πανίδας) αποτελούν σημαντικό πόλο έλξης τουρισμού. Χαρτογραφήθηκαν 28 ορεινές περιοχές εκ των οποίων το 32,14% έχουν υψόμετρο ως 250 m και φιλοξενούν το μεγαλύτερο ποσοστό του τοπικού και τουριστικού πληθυσμού. Η γεωλογική αυτή ζώνη εντοπίζεται σε απόσταση άνω των 3 Km από την ακτογραμμή. Είναι επιρρεπής στα προβλήματα χρήσης γης λόγω της συνεχούς αναπτυσσόμενης τουριστικής χωροταξικής δράσης με αποτέλεσμα διατηρητέες Olea περιοχές, δάση κωνοφόρων, προστατευόμενες φυσικές περιοχές του δικτύου NATURA και αγροτικές περιοχές να υποβαθμιστούν σε συνδυασμό με την υπερβολική χρήση του ευαίσθητου φυσικού περιβάλλοντος από τους τουρίστες.
  • Σε μεγαλύτερα υψόμετρα υπάρχει μια συνεχής εξέλιξη ώστε να επιταχυνθεί η βελτίωση εναλλακτικών μορφών τουρισμού (οικολογικός και αγροτικός τουρισμός) με μια αναπτυσσόμενη χωροταξική διάταξη όχι τόσο σε τοπικό επίπεδο (λόγω της μετακίνησης πληθυσμού σε αστικές περιοχές) όσο σε τουριστικό. Σε αυτές τις περιοχές η δυνητικότητα της ρύπανσης είναι ακόμη περιορισμένη χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι η οικολογική ισορροπία δεν μπορεί να διαταραχτεί ή να ανατραπεί πχ από την εμφάνιση της φωτιάς.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Bertinelli L., Strobl, E., & Zou B. (2012). Sustainable economic development and the environment: Theory and evidence. Energy Economics, 34(4), 1105–1114.

Lickorish, L. J. and Jenkins, C. L. 1997. An Introduction to Tourism. Publisher: Butterworth-Heinemann. ISBN-13: 978-0750619561.

Polasky St., Catherine C., Levina S., Carpenter St., Daily G., Ehrlich P., Healj G. and Lubchenco J. 2019. Role of economics in analyzing the environment and sustainable development. PNAS, vol. 116, no. 12, 5233–5238.

Sunlu U. 2003. Environmental impacts of tourism. Local resources and global trades: Environments and agriculture in the Mediterranean region. Bari : CIHEAM, 2003. p. 263-270 (Options Méditerranéennes : Série A. Séminaires Méditerranéens; n. 57).

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελληνική Γεωλογική Εταιρεία. 2004. Πρακτικά 10ου Διεθνούς Συνεδρίου, τομ. XXXVI, Θεσ/νικη, Απρίλιος 2004.

Κοκκώσης Χ., Τσάρτας Π. 2001. Βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη και περιβάλλον. Έκδοση Κριτική, ISBN13 9789602182314.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Dimitrios Ch. Lazaris, Vasileios C. Drosos, Georgios Tasionas and Sarantis – Anggelos Liampas. COMPARISON of potential pollution levels in coastal areas of an Ionian island using Hierarchical Cluster Analysis. Proc. of SPIE Vol. 11524, 115241S © 2020 SPIE.

Dimitrios Ch. Lazaris, Vasileios C. Drosos, Ioannis Sismanidis. SURVEYING and mapping of potential sources of pressure in Lefkada tourist areas for sustainable growth and jobs in the blue economy. Proc. of SPIE Vol. 11524, 115240B © 2020 SPIE.


Πηγή